ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΣΕΡΒΙΑ
ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
« Αναμένω να μοι γνωρίσετε την περαιτέρω διεύθυνσιν ην θα ακολουθήσει η προέλασης του στρατού Θεσσαλίας. Παρακαλώ μόνον να έχετε υπ’ όψιν ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επιβάλλουσι να ευρηθώμεν μίαν ώραν ταχύτερον εις την Θεσσαλονίκην». Υπογραφή : Υπουργός Στρατιωτικών Βενιζέλος.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
‘ Ο Στρατός δεν θα οδεύση κατά της Θεσσαλονίκης. Εγώ έχω καθήκον να στραφώ κατά του Μοναστηρίου, εκτός αν μου το απαγορεύετε.’’
ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
‘’ Σας το απαγορεύω’’.
Συγκεκριμένα στις 13 Οκτωβρίου του 1912 η VII Μεραρχία διατάσσεται να προχωρήσει διαμέσου των στενών της Πέτρας ( ανάμεσα στα βουνά Όλυμπος και Πιέρια) με κατεύθυνση την Κατερίνη, το Κίτρος, τον Κολινδρό και αντικειμενικό σκοπό τη γέφυρα του Αλιάκμονα στο Νησέλι, όπου φτάνει στις 17 Οκτωβρίου και καταλαμβάνει τη γέφυρα. Παράλληλα την ίδια ημερομηνία 13 Οκτώβρη ξεκινά και το απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου το οποίο διαμέσου του Βελβεντού – Δασκίου – Σφηκιάς φτάνει στις 16 Οκτώβρη στο χωριό Βαρβάρες και Διαβατό όπου και στρατοπεδεύει. Την ίδια ημερομηνία φτάνουν στην Βέροια η δεύτερη και τρίτη Μεραρχίες, οι οποίες στέλνουν αναγνωρίσεις προς Αλεξάνδρεια (Γιδά) – Αγγελοχώρι και Νάουσα. Ο Μέραρχος Διοικητής της τρίτης Μεραρχίας έδωσε τις εξής εντολές στο Ιππικό της Μεραρχίας του.
«Το ιππικόν αύριον (17 Οκτωβρίου ) άμμα το έω θέλει αποστείλει αναγνώρισιν αξιωματικών δια της αμαξιτής οδού προς Γιδά – Σχοινά. Το αποτέλεσμα της αναγνώρισης έστω και αρνητικόν δέον να συνταχθεί ως δύο αντίγραφα αποστελλόμενα το μεν απευθείας προς το γενικόν Στρατηγείον το δε προς εμέ το βραδύτερον μέχρι τις 10ης πρωινής ώρας της αύριον 17 Οκτωβρίου»
Το πρωί της 17ης 0κτωβρίου λοιπόν οι ανιχνευτές ξεκίνησαν για να εκτελέσουν την αποστολή τους. Οδηγός τους στην πορεία προς το Γιδά ο Μακεδονομάχος Θεοχάρης Κούγκας. Η αναγνώριση του υππικού πραγματοποιήθηκε και στις 8.35 ο επικεφαλής του Ιππικού ανθυπίλαρχος Παπαφλέσσας αναφέρει από το Βρυσάκι ( που τότε λεγόταν Ρέσιανη ) τα εξής:
‘’Εκ πληροφοριών τα χωριά Σχοινά – Γιδάς είναι ελεύθερα εχθρού. Περίπολοι ιππικόν ανεφάνησαν υποχωρήσασαι, παρεδόθησαν και εστάλησαν αιχμάλωτοι.’’
Το γεγονός αναφέρει και ο διοικητής του Τάγματος ο οποίος στην έκθεση του αναφέρει: Ο Ανθυπίλαρχος Παπαφλέσσας εκτελέσας την αναγνώρισιν ανέφερε ότιμικρά εχθρικά τμήματα ευρίσκονται πέραν Γιδά. Κατά την αναγνώρισιν τούτην συνέλαβεν έναν αξιωματικόν του ιππικού ως και 3 οπλίτες.
Έτσι οι στρατιώτες της 3ης ημιλαρχίας προχώρησαν από την αμαξιτή οδό και έφτασαν στο Γιδά από τη δυτική είσοδο (περιοχή Μωραίτη). Έστριψαν στην σημερινή οδό Βετσοπούλου και από το σημερινό πεζόδρομο κατευθύνθηκαν προς το κέντρο του χωριού. Τις κινήσεις τους παρακολουθούσε ο Κων/νος Βούργαρης, ο οποίος είχε ανέβει σ’ ένα ύψωμα που είχε δημιουργηθεί από τα περιττώματα των ζώων και βλέποντας τους Έλληνες ιππείς άρχιζε να φωνάζει δυνατά ‘’ Ζήτω η Ελλάδα – ήρθαν οι Έλληνες’’. Οι Τούρκοι ιππείς ακούγοντας τις φωνές του και αφού βεβαιώθηκαν για την παρουσία των Ελλήνων έφυγαν ανατολικά προς το Λιανοβέργι και ίσως αργότερα παραδόθηκαν και είναι οι τέσσερις αιχμάλωτοι που αναφέρει το τηλεγράφημα. Οι κάτοικοι ετοίμασαν μια μικρή υποδοχή στους στρατιώτες έξω από το καφενείο Σίψια – Βράνα, κερνώντας τους ούζο και λουκούμια . Οι στρατιώτες δεν παρέμειναν πολύ. Προσπαθώντας να έχουν επαφή με τον εχθρό έφυγαν για Λιανοβέργι όπου σε συμπλοκή ………………………………….. Αλλά είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον εδώ νομίζω να ακούσουμε την διήγηση των γεγονότων από έναν αυτόπτη μάρτυρα τον Γρ. Μοσχόπουλο.
Αφήγηση Γρ. Μοσχόπουλου:
Ο Γρ. Μοσχόπουλος, που ήταν τότε 12 χρονών, αφηγείται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του Ι. Μοσχόπουλου ‘’ Ρουμλουκιώτικα σημειώματα 1980-1988’’, σελ. 64 και 67: ‘ Όταν ο ελληνικός στρατός έφτασε στη Βέροια, ο πρώην Μακεδονομάχος οπλαρχηγός Θεοχάρης Κούγκας πήρε και έφερε στο Γιδά μια ομάδα 10-15 ανιχνευτών του στρατού. Ο στρατός όμως ήρθε στο Γιδά , από το δρόμο του Νησελίου. Στην αρχή ήλθαν λίγες ομάδες τσολιάδες. Ήταν ένα τάγμα μηχανικού υπό τον Ελευθέριο Μαυρογένη, ο οποίος κατέλυσε στο άδειο κονάκι του μπέη. Ύστερα ήλθε πολύς στρατός πάλι από το Νησέλι και στρατοπέδευσε στη θέση ‘’ Αλώνια’’. Το βράδυ πέρασε ιππικό. Όταν μήκε το τάγμα του Ελ. Μαυρογένη στο Γιδά οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στην παλια αγορά, μερικοί ανέβηκαν στο ξύλινο υπόστεγο (στέγαζε την εβδομαδιαία λαϊκή αγορά της Παρασκευής) και έσπασαν την ημισέληνο, ξέσκισαν τα φέσια, άλλοι χτυπούσαν την καμπάνα της εκκλησίας και στη συνέχεια χόρεψαν με ζουρνάδες και νταούλια πάνω στα ξεσκισμένα φέσια. Ο ιερέας Παπαντώνης οδήγησε τον Ελ. Μαυρογένη στις αποθήκες του μπέη, για να πάρουν τα αποθηκευμένα δημητριακά…Το σιτάρι που πήραν από τις αποθήκες το μοίρασαν στις οικογένειες του χωριού, ενώ άλλες ποσότητες τις αλώνισαν αμέσως κι έδωσαν το αλεύρι στις γυναίκες του χωριού με την εντολή να ζυμώσουν ψωμιά για τον στρατό’’.
Είναι σίγουρο πως δεν μπορούν να περιγραφούν επακριβής τα συναισθήματα των κατοίκων του Γιδά οι οποίοι μετά 532 περίπου χρόνια σκλαβιάς ένιωθαν πλέον ελεύθεροι. Χαρά, αγαλλίαση, περηφάνια είναι μερικά από τα συναισθήματα που σίγουρα ένιωθαν.
Σε λίγες μέρες έφτασε στο Γιδά ο Βασιλιάς Γεώργιος Α ο οποίος εγκαταστάθηκε στο κτίριο του Σ.δ. Σταθμού. Από το τηλεγραφείο του σταθμού αυτού ανταλλαχθήκαν τα εξής τηλεγραφήματα τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη νεοελληνική ιστορία και ίσως ήταν ένα πρώτο επεισόδιο του Εθνικού Διχασμού που ακολούθησε.